|
сжатый, краткий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сжатый? — συνεπτυγμένος как на (ново)греческом будет слово краткий? — συνεπτυγμένος как с (ново)греческого переводится слово συνεπτυγμένος? — сжатый, краткий — κηλεπίδεσμος — εορτολόγιο — σφίξιμο — ανάβρυσμα — κηρός — Ισπανός — φλαουτίστας — άσπορος — βολεί — άκμονας — νταβάνωμα — αιμοστασία — εγχάραξη — θαλασσοπνίγομαι — ύγρανση — επεξεργαστής — ζωοκομία — ανεμόχολο — φαρφαράς — βλάμισσα — εντεροστομία |
|||