Новогреческий словарь
διάργυρος
διάργυρ|ος
ο
ртуть
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ртуть
? —
διάργυρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
διάργυρος
? — ртуть
#
(ново)греческий словарь
—
πελούζα
—
κεντίδι
—
επιμολυβδώνω
—
πετρολογία
—
τρικλοποδιάζω
—
δεκεμβριστές
—
βαφτιστήρι
—
τσόφλι
—
γλυπτοθήκη
—
περιφέρω
—
κερματισμός
—
στρείδι
—
λυγνός
—
γενίτσαρος
—
σιγομίλητος
—
ραχατλίδικος
—
βακχεύω
—
αυτόνομος
—
παραβιασμένος
—
πτέρυγα
—
γέρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве