Новогреческий словарь
νηφαλιότητα
νηφαλιότητα
η прям., перен.
трезвость
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
трезвость
? —
νηφαλιότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
νηφαλιότητα
? — трезвость
#
(ново)греческий словарь
—
απριόνιστος
—
τσόνι
—
δυσφημώ
—
πρωταγωνιστής
—
αντεπικουρώ
—
αμειψισπορά
—
παιδολογικός
—
μελάνη
—
ξαναφουντώνω
—
πνέω
—
ξεδιαλέγω
—
φερετροποιείο
—
μάγειρας
—
συγκρατούμαι
—
λεφτούλια
—
αυτομετασχηματιστής
—
διαμορφωτής
—
κακοσμώ
—
ναίσκε
—
ντετερμινιστικός
—
άγυρτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве