|
пирографический; ~ή διακόσμηση — пирогравюра #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пирографический? — πυρογραφικός как с (ново)греческого переводится слово πυρογραφικός? — пирографический — ξαμώνω — αιδημοσύνη — έτυχον — μπαμπακοχώραφο — καφετέρια — επασχολούμαι — ρεσιτάλ — πληγούρι — βουβαλοπέτσι — σύνεργο — αγγιχτικός — ζάρκαδος — νηματοποίηση — ιδιόχειρος — ουροφόρος — διάλεπτος — ακτήμονας — ζήτης — σακατεύω — κορτάρισμα — ασκληπιάδης |
|||