|
η единственная дочь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово единственная дочь? — μοναχοκόρη как с (ново)греческого переводится слово μοναχοκόρη? — единственная дочь — εσχατόγηρως — οξυζενέ — ταξιάρχης — νόστος — αβγοδάρτης — αγούμαστος — παράλειψη — καχέκτις — χειράκανθος — μυθογραφία — εύχροια — μπάφα — δελτίο — αντιψύχι — μπλεγμένος — θομάζω — γέρουκας — κυκλωτικός — βύζασμα — σφήνωμα — αναθάρρηση |
|||