|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κανναβέλαιο? — — γιαπί — κρατούμενος — άλιαστος — απόλιγος — κροντήρι — μεθούκλας — αφτέρουγος — ευχερής — έβενος — ελαιότρυγον — ανατάσσω — ξεθύμωμα — αλευρόκολλα — ακλάδευτος — φωτοηλιογραφία — καμινευτήριο — συντονία — νυκτοπόρος — γαιοχτήμονας — αναγνώστρια — σαγονού |
|||