|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πιδέξιο? — — τυγχάνω — χαρακτηρισμός — ποδηλατιστής — γάβρα — βαθμολογία — βαθυμετρικός — θωρακισμός — φοβέρα — ψαλιδάρης — γκέττο — φανταχτός — πρωϊμάδι — πεύκο — βιοηλεκτρισμός — στρωματσάδα — φεγγαρομέτωπος — ξεκρέμασμα — κατιμάς — τέως — εξώδερμα — απεριοδικός |
|||