Новогреческий словарь
όζον
όζον
(-οντος) τό хим.
озон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
озон
? —
όζον
как с
(ново)греческого
переводится слово
όζον
? — озон
#
(ново)греческий словарь
—
ουλορραγία
—
μύς
—
κρούζω
—
ξυλογνωσία
—
αμφίτομος
—
ακράτως
—
χιλιοφορεμένος
—
μπακανιάρης
—
αβούλιαγος
—
γαζία
—
τριάρμπουρος
—
ψιλικό
—
διαχύνω
—
Κοκκινοσκουφίτσα
—
ραγιάδικος
—
επιστράτευση
—
αμφίζωστος
—
φριμάζω
—
αντιφιλοδοξώ
—
φυσικός
—
κουρελής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве