|
η божество (тж. перен.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово божество? — θειότητα как с (ново)греческого переводится слово θειότητα? — божество — πολωσκόπιο — γιακέττα — φωτεινότητα — πρόσραμμα — ομόλογο — κανάτα — πιατέλα — ανθεστήρια — χαλκόκοττα — λυπιέμαι — αγόγγυστος — γκάγκραινα — νευρασθένεια — ξεγνέθω — αμμόμετρο — βασκαίνω — τυρόγαλα — ισοτοπία — σοροπιάζω — μελάγχρωμα — σκήπτρο |
|||