|
океанский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово океанский? — ωκεάνειος как с (ново)греческого переводится слово ωκεάνειος? — океанский — αληταρία — αλφαβητικός — γρίλλια — πλασάρισμα — καϊσιά — λέκ — συστέλλομαι — απύρετος — εκπίπτω — ψιάθιον — διαγιγνώσκω — αναυπήγητος — εκτράχυνση — πατριδογνωσία — εξασθενημένος — γιγάντια — υπηρετικός — ραδιοσχολιαστής — αχρωματικός — συσταλτός — ζητουλειά |
|||