Новогреческий словарь
σοβαρολογώ
σοβαρολογώ
говорить серьёзно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
говорить серьёзно
? —
σοβαρολογώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
σοβαρολογώ
? — говорить серьёзно
#
(ново)греческий словарь
—
γνωμίζω
—
πρότυπος
—
φασματοσκόπιο
—
αυτοτυπία
—
πραγματευτής
—
καπνοδοχείο
—
ομματίδιον
—
ημιδιαφάνεια
—
εξουσιοδότηση
—
πνευματωδώς
—
γκούσια
—
αρουραίος
—
βουλγάρα
—
ενδοσκόπιο
—
ξύπνιο
—
αγουρέλαιο
—
γραμμοτολόγος
—
σκλαβώνομαι
—
επετειακός
—
πρατηριούχος
—
αντιστοιχείωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве