Новогреческий словарь
μοναχή
μοναχή
η
монахиня
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
монахиня
? —
μοναχή
как с
(ново)греческого
переводится слово
μοναχή
? — монахиня
#
(ново)греческий словарь
—
ανεξάλειπτος
—
απελπιστικός
—
συνοικώ
—
κιβωτός
—
οπτός
—
διαστάλαξη
—
ρεμπέλιασμα
—
γλυκοφεγγοβολώ
—
εξευμενίζω
—
αυτοδιδάσκομαι
—
υπόθετο
—
κέντρο
—
φακελοποιείο
—
ευκολοβάσταχτος
—
υστερολογία
—
ξαφριστήρι
—
μισοανοιγμένος
—
εύπιστος
—
τουλούπα
—
διαπύημα
—
οινοπότης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве