|
незамёрзший #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово незамёрзший? — απάγωτος как с (ново)греческого переводится слово απάγωτος? — незамёрзший — ενοχλώ — όχθος — ακαταπόνητος — βλεννώδης — ασφάλιον — κρεμέζι — δεκάτεμα — τσοπανόσκυλο — σκακιέρα — εμμέθοδος — γίγνομαι — τσάντα — ρωγοβύζι — υπόδειγμα — προσπελάσιμος — συγχώρεση — παπουτσάκι — χαλαστής — Βρετταννός — άλογα — βούζια |
|||