Новогреческий словарь
καρούμπα
καρούμπα
η
шишка на голове
(от ушиба)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шишка на голове
? —
καρούμπα
как с
(ново)греческого
переводится слово
καρούμπα
? — шишка на голове
#
(ново)греческий словарь
—
σαμπάνιο
—
νούς
—
απόβραδο
—
αντιθρησκευτικός
—
αδεξιότητα
—
μαρξιστικο-λενινιστικός
—
ιματιοφυλάκιο
—
φιλόθερμος
—
εφτάπλευρος
—
βιβλιοσυλλέκτης
—
ορμώμαι
—
αισθητός
—
ευγενέστερος
—
γλυφίζω
—
μεταδιδάσκω
—
συνταγογραφώ
—
καπιταλισμός
—
επισανίδωση
—
πτωτικός
—
μαρμαίρω
—
συνταχτικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве