Новогреческий словарь
καματάρης
καματάρης
ο
работяга, труженник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
работяга
? —
καματάρης
как на
(ново)греческом
будет слово
труженник
? —
καματάρης
как с
(ново)греческого
переводится слово
καματάρης
? — работяга, труженник
#
(ново)греческий словарь
—
τερετίζω
—
γαστροεντερικός
—
τρωγομαι
—
Σκώτος
—
αλληλεπίκουρος
—
οδηγώ
—
αιματοστάτης
—
καλοζυγιάζω
—
κομπάρσος
—
ασύχναστα
—
καμακώνω
—
παρελκόμενον
—
αντικατηγορώ
—
τάραξη
—
αμφιλογία
—
μονοικία
—
αγκυλωτός
—
σύμμειγμα
—
διαγγέλλω
—
ανατολικώς
—
αρτοβιομήχανος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве