|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρεζερβουάρ? — — πλευροπνευμονία — αναντιστοιχία — κωπηλασία — διαμαντένιος — καρδιογνώστης — σερδάρης — πανελληνίως — κοιμηθιά — ξεφτιλισμένος — ρεβιζιονιστικός — δεσμίδα — αρτηρίτις — έκθλιψη — διεγερτικός — πτερύγισμα — μολυβοκοντυλιά — Δεκέβρης — αναβροχιά — αραβική — γύπας — αναλύομαι |
|||