Новогреческий словарь
επαναδραστηριοποιημένος
επαναδραστηριοποιημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επαναδραστηριοποιημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σύριγγα
—
εμπειριοκρατία
—
παρασύνθημα
—
σαρκάζω
—
βαρυβάρβιτος
—
κουβούκλιο
—
γνεθολογάω
—
ελικοειδής
—
μονέδα
—
μίλημα
—
κουρβουλιάζω
—
ναζιάρα
—
φούμαρα
—
ασπρορρουχού
—
κροκοδείλιος
—
απολιθώνομαι
—
μίσχος
—
συντήρηση
—
αμέθοδος
—
σκαντζάρω
—
αποδόχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве