Новогреческий словарь
εθελοντής
εθελοντ|ής
η
доброволец
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
доброволец
? —
εθελοντής
как с
(ново)греческого
переводится слово
εθελοντής
? — доброволец
#
(ново)греческий словарь
—
επιδέξια
—
διατοιχίζομαι
—
αντίστροφα
—
παρήχηση
—
λήθη
—
γκιαούρ
—
κραυγάζω
—
καμπύλος
—
εκπορθητικός
—
κατακερματισμένος
—
βίγλα
—
ξεφτίζω
—
αναδαμαλισμός
—
ξυσιματιά
—
αποσταίνω
—
φουσκωμένος
—
απορρίπτομαι
—
περιστερά
—
επίλυση
—
ανήλιος
—
χρονοβόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве