|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρκινολογία? — — νοικοκυριό — μεγαλόστομος — αρχαϊστής — αυθορμητισμός — τριάκοντα — μακρόχρονος — όρθριος — μεταξύλημα — ξεποδαριασμένος — ποδηλατιστής — άπαρτος — κανηφόρος — αναδιοργάνωση — παλαμάρι — παραγέρασμα — λουβιάρα — εκορέσθην — φλομώνω — άρατ' αθέματα — αντιμεταθέτω — αιμοπότις |
|||