Новогреческий словарь
υπέρμετρος
υπέρμετρ|ος
чрезмерный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чрезмерный
? —
υπέρμετρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπέρμετρος
? — чрезмерный
#
(ново)греческий словарь
—
πιανίσσιμο
—
ποντικί
—
παίχτρα
—
δαυλίδα
—
αναριπώ
—
μσμουριασμένος
—
μονωτικός
—
κουρέλι
—
άπλαινα
—
εγγύτατος
—
ρίνιση
—
μετασαλεύω
—
κορωνίδα
—
δημεύτρια
—
ανδρογόνα
—
νερόμυλος
—
φανοφόρος
—
αρεσκειά
—
ακουβάλητος
—
ανεραστος
—
αυγάτισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве