Новогреческий словарь
πίθηκος
πίθηκ|ος
ο прям., перен.
обезьяна
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обезьяна
? —
πίθηκος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πίθηκος
? — обезьяна
#
(ново)греческий словарь
—
πεσιμιστής
—
συστηματοποιημένος
—
θερμαστής
—
διερράγην
—
υδροστόμιο
—
γλυκόκαρδος
—
προφυλάσσομαι
—
διωκτικός
—
ξεστρώνω
—
ασκηνοθέτητος
—
πολλαπλότητα
—
παραφορά
—
νυχτώνει
—
καρέκλα
—
καταψιά
—
περιήλιος
—
κομψεπίκομψος
—
μπασταρδάκος
—
πλατυκέφαλος
—
γλυκονέραντζο
—
αποπέμπω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве