|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρχιλακές? — — κασελλάκι — μονωτήρας — λεβεντογυναίκα — θόρυβος — απροφυλαξία — περιχαράκωση — αμυλόκοκκοι — ωδίνες — αρχίτερος — εξάλμιση — σίκ — χαχανητό — προδίδω — κουκουναριά — νεκρό — γύροθεν — εννεαετής — ξεδικιούμαι — ιδιοτυπία — μαγνησιακός — μανικιούρ |
|||