|
шипообразный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шипообразный? — ακανθοειδής как с (ново)греческого переводится слово ακανθοειδής? — шипообразный — ολόϊσια — νεραϊδόπουλο — σέσκουλο — καθιέρωση — ψευτίζω — νεκροσυλία — σκόρδο — τζογάρω — θελειά — βορείως — χηρευάμενη — χυλός — γαβαθωτός — ανατολμώ — αγγίζω — πατατούλα — Φλεβάρης — κληρονομικότητα — γονυκλινής — συνιδιοκτήτρια — πιτυχαίνω |
|||