Новогреческий словарь
τίνος
τίν|ος
(γεν. от τίς)
чей?
;
~ είναι τό σπίτι; — [phrase]чей это дом?[/phrase]
;
~ είναι τά βιβλία; — [phrase]чьи это книги?[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чей?
? —
τίνος
как с
(ново)греческого
переводится слово
τίνος
? — чей?
#
(ново)греческий словарь
—
εισκόμιση
—
αβάντα
—
σιτιοδόχη
—
υποτέλεια
—
εξαιρούμενα
—
κυκλοφορία
—
αποφαγωμένος
—
ζωντάνια
—
αργασμένος
—
ακοπτος
—
γκαρύζω
—
πραγματεία
—
συννέφεια
—
μυθοποιώ
—
τελματικός
—
ψυχοφάρμακο
—
σκοτείδι
—
σπαθιστής
—
άθλο
—
αβλαβής
—
επανάθεσις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве