|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φουστανέλα? — — ποιητικότητα — κερδώ — λόξευση — μάγκιπος — τσιμουδιά — διαπιστεύω — βοϊδάμαξα — ζαλικώνω — τσιμπιέμαι — μισοάγριος — κεφαλικός — αμοιβαδοκτόνο — επιστήμων — χαλκοτύπος — εμβολιασμός — κωλόχορτο — ταξινομία — υίοθεσία — μιντέρι — αλεκτρυονομαχία — κακοκαρδισμένος |
|||