|
быстроногий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быстроногий? — ταχύπους как с (ново)греческого переводится слово ταχύπους? — быстроногий — αναστάσιμος — πασπάτευμα — καταριθμώ — πεντικιούρ — ελαφροπιστία — έντρομος — ετερόφυλλος — βάσιμο — γαρμπής — μεγαλοψυχία — τρώγω — νογώ — λεπτόγραμμος — ύφαλα — αμπάριασμα — προξενήτρα — σεμνοτυφία — διδάκτωρ — τσεπάκι — μαντηλοδεμένος — αποτήκω |
|||