Новогреческий словарь
τουλουμοτύρι
τουλουμοτύρι
το
бурдючный сыр
;
===
τόν έκανε ~ — [phrase]он его отдубасил[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бурдючный сыр
? —
τουλουμοτύρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
τουλουμοτύρι
? — бурдючный сыр
#
(ново)греческий словарь
—
λογίζομαι
—
τριτάρικος
—
επίδικος
—
λογυρίστρα
—
γλινώνω
—
αλλοτροπισμός
—
πολυμερής
—
καταπειστικός
—
φουντούκι
—
ποντικοκτόνος
—
διμετρικός
—
αριστερίζων
—
γρύφονας
—
φιλόλαος
—
ξιφοποιός
—
προσφάτως
—
μελαγχολικός
—
αλλοπαθητικά
—
απάνεμος
—
χαλκάς
—
ηλικία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве