Новогреческий словарь
ανεμουρίζομαι
ανεμουρίζομαι
быстро, внезапно исчезать
[x:trans]быстро исчезать, внезапно исчезать[/x:trans]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
быстро исчезать
? —
ανεμουρίζομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
внезапно исчезать
? —
ανεμουρίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανεμουρίζομαι
? — быстро исчезать, внезапно исчезать
#
(ново)греческий словарь
—
μωρούλι
—
φρίκιασμα
—
εμψυχώτρια
—
δοκανίκι
—
υπερκεράζω
—
εμψύχωση
—
αμυγδαλωτό
—
αφέσιμος
—
ορίγανον
—
καταθορυβουμαι
—
οικοπεδοποίηση
—
γουρουνομαθημενος
—
θεωρητικός
—
τσιμπλιάρης
—
σαβουριάζω
—
κουτσομπόλα
—
μητρόπολη
—
κοκκίαση
—
γυμνάστρια
—
δασόφυτος
—
βασιλόπαις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω