Новогреческий словарь
μακροβιότητα
μακροβιότητα
η
долговечность, долголетие
(живых существ)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
долговечность
? —
μακροβιότητα
как на
(ново)греческом
будет слово
долголетие
? —
μακροβιότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μακροβιότητα
? — долговечность, долголетие
#
(ново)греческий словарь
—
λειτουργούμαι
—
εγωίσταρος
—
μάτιασμα
—
χολοποιητικός
—
αποθέτης
—
ακαπάρωτος
—
συμπλεκτικός
—
τετρασθενής
—
αγρίευμα
—
χρένο
—
κτηνοβάτης
—
κατηγορώντας
—
νευροπαθολογικός
—
ηπατίτιδα
—
ανελλιπής
—
ευοσμία
—
ιεραποστολικός
—
πλατύρρυγχος
—
θερμομετρώ
—
καπνισμένος
—
μοτοσακό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве