Новогреческий словарь
δραχμοβίωτος
δραχμοβίωτος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δραχμοβίωτος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αλαζονικός
—
επιθαλάμιος
—
χειροθεσία
—
ανθεκτικός
—
σωματοφύλακας
—
φαραγγώδης
—
ακροποδητί
—
ξεναγέτης
—
σιτισμός
—
ανίζηση
—
εκατοστή
—
αναψύχω
—
πυκνοκατοικημένος
—
σιταποθήκη
—
μεγαλόσταυρος
—
αυτοκυβέρνητος
—
μοσχοπουλώ
—
αμύητος
—
είτε
—
κατορύσσω
—
εγκεφαλικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве