Новогреческий словарь
εικοσάρικο
εικοσάρικο
το
монета в двадцать драхм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
монета в двадцать драхм
? —
εικοσάρικο
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικοσάρικο
? — монета в двадцать драхм
#
(ново)греческий словарь
—
δενδρόεις
—
χρωμόσωμα
—
αλλοτροπισμός
—
υποναύαρχος
—
κατουρλοκάνατο
—
κατσούφιασμα
—
αποπλανητικός
—
αφτιασίδωτος
—
απαρασάλευτος
—
αρρυτίδωτος
—
μεγαλόφωνα
—
μεσολαβητικός
—
αξούριστος
—
γονόρροια
—
αναγκαίο
—
κτηριακός
—
—
εκκλησίδιο
—
καπνίζω
—
εξέβην
—
αυτογνωσία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве