Новогреческий словарь
σκεπαστή
σκεπαστή
η
навес для лодок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
навес для лодок
? —
σκεπαστή
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκεπαστή
? — навес для лодок
#
(ново)греческий словарь
—
αερόστατο
—
μισοκαμωμένος
—
αντίκρυ
—
αμαξοπηγείο
—
πατριδογνωσία
—
βροντοβόλος
—
παιδάκι
—
ίνα
—
κλάνω
—
τρίκροτο
—
σκαλτσάτος
—
αδιαμφισβήτητος
—
συμβατικός
—
ψευδολόγος
—
τόξο
—
αναντίρρητος
—
δικτυοπλόκος
—
ταχυποδία
—
ποδηλατίστρια
—
οξύκεστρον
—
αμυγδαλίτιδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве