|
το физ. микроом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово микроом? — μικροώμ как с (ново)греческого переводится слово μικροώμ? — микроом — αιγαιοπελαγίτικος — ήπιος — νησίδιο — εφημεριδοποιός — ωραιότητα — σταβάρι — διεκχέο — ξελαχανιάζω — πλαντάζω — λαχανόφυτος — πιτερίδα — μαρουλόφυλλο — ρητινεύω — ασφοδήλι — ερωτιάρικος — ακριβαναθρέφω — συνήθως — χαρμπί — απαύγασμα — συντεχνίτης — κορνέττο |
|||