|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατάπτυστος? — — νιότη — δώνομαι — ταμπονάρισμα — φαρμακοτεχνικός — υδροκυανικός — ξaμπελίζω — εμπορευματοποιούμαι — αποσταφιδιάζομαι — αντιφέρνω — μισθός — αδίκαστος — αγάντζωτος — καυχησιολογώμαι — ιχθυάλευρο — αβδηρντχσμός — αποξήρανση — πικρόσκοτος — οδοντιατρικός — απολιθωμένος — σκέβρωμα — αχειραγώγητος |
|||