|
необходимый, нужный, требуемый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово необходимый? — χρειαζούμενος как на (ново)греческом будет слово нужный? — χρειαζούμενος как на (ново)греческом будет слово требуемый? — χρειαζούμενος как с (ново)греческого переводится слово χρειαζούμενος? — необходимый, нужный, требуемый — δασόφυτος — πυροσβεστήρας — αγουρογεράνω — εφημεριδογράφος — φεγγαριάτικα — κιθαριστής — ενάμνιος — απόδρομος — μανταρισμένος — ηλιοφώτιστος — κανονίδι — καταπιστευματοδόχος — αστραποβολάω — εύρος — προσωπογραφικός — αντιτίθεμαι — πασιφισμός — γυφτουριά — μαγειρεύω — φορτοεκφόρτωση — γλυφός |
|||