Новогреческий словарь
μονόσπιτο
μονόσπιτο
το
однокомнатный дом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
однокомнатный дом
? —
μονόσπιτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονόσπιτο
? — однокомнатный дом
#
(ново)греческий словарь
—
αλιφασκιά
—
επιβραδυντήρ
—
λιθόστρωση
—
φκιασιδώνω
—
σπανακόσουπα
—
μυστακοφόρος
—
σκυλολόι
—
περι-
—
μεταστρέφω
—
συγκοιμώμαι
—
επάκτιος
—
ρίγανη
—
φιλοφρονητικός
—
παραχαϊδεμένος
—
επικός
—
αντίδραση
—
κροντήρα
—
βρωμόστομα
—
φυλογένεση
—
εθνών
—
πρόμαχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω