|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οργασμικός? — — αντιπαραγγέλλω — ξενόκουμπο — λούσσο — αμάνιωτος — μικροαστισμός — σκιαζάρης — αγαλμάτιο — χάσκα — σέλωμα — ομοιο- — μυρμήγκι — φλέψ — σαξονικός — αδιάταχτος — ανεμοστοιβή — θεοσεβής — προγραμματιστή — βολετός — αρροκάνιστος — μηχανοκρατία — αργοπάτητα |
|||