|
το головня, головешка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово головня? — δαυλί как на (ново)греческом будет слово головешка? — δαυλί как с (ново)греческого переводится слово δαυλί? — головня, головешка — κοσμικότητα — νομάς — ξεδοντιάζομαι — καλοκαγαθία — ευτοκία — θρυλούνται — διύγρανση — γέλωτας — εορτάσιμος — αλληλοπρόγονοι — θορυβοποιώ — παπουτσοθήκη — γιάμπολι — συμπυρσοκρότηση — θυμίαση — δεοντολογία — κατακουράζω — αλυτρωτισμός — θρυμματίζομαι — νεφέλωμα — πονεμένος |
|||