|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλληθώρισμα? — — λέϊ — ατυχία — επώκισα — απάστωτος — προγονολάτρης — υδρασκός — πίκκολο — αλλαή — μουτσούνα — τρίγλυφος — σχισμή — ρεζίλι — πιλοτήριο — μητερούλα — πάρθιος — εφεσείων — αυτοβδελυγμία — υπογόνιμος — νυφοστόλι — πιπερίζω — απαντητής |
|||