|
η арест #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово арест? — προσωποκράτηση как с (ново)греческого переводится слово προσωποκράτηση? — арест — γιόκας — εξονυχίζω — κουμανταδόρος — οικοσκευή — ακριβαγάπητος — χυτοσιδηρούς — εφτακοίλι — συμψηφίζω — δακτυλιοειδής — βαρδαβέλα — καμπουριασμένος — δακτυλιώτης — δινέρι — γεφυρώνω — ευπρέπεια — μουγκαλίζω — σταυρανθή — χωρομετρικός — ραδικοζούμι — αγριοτριανταφυλλιά — εναλλακτήρ |
|||