Новогреческий словарь
προσωποκράτηση
προσωποκράτηση
η
арест
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
арест
? —
προσωποκράτηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
προσωποκράτηση
? — арест
#
(ново)греческий словарь
—
αμνησία
—
οικτιρμόνως
—
αοίδιμος
—
καστανοπώλης
—
ληστοσυμμορίτης
—
γεροντογράδιο
—
λειτουργούμαι
—
γαριάζω
—
αψυχιά
—
παλαιοημερολογίτισσα
—
χρονολογία
—
ανασάλεμα
—
αντίρροια
—
όψιος
—
χοιράδα
—
διατυμπανισμός
—
αντιμεθυστικός
—
ιερατικός
—
αόριστα
—
αδυναμία
—
λιόκουρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве