πανοσιότητα

формы словаβ
πανοσιότητα
(-ητος) η святость;
          η υμετέρα ~ — (обращение) Ваше святейшество



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово святость? — πανοσιότητα
как с (ново)греческого переводится слово πανοσιότητα? — святость


κυστίτιδατραβηχτικόςσιδηρουργείοβεβαιωτήςαχρεώστητοςαισθητότηςερρέτωεξαρτώμενοςπυροτεχνουργίαμιξοβάρβαροςασύμπαθοςφλοίσβοςπαλαιικόςκρεμιέμαιλιπώδηςσυνταγολογίακρίνομαιτυπολάτρηςαμυαλιάκαταήαλογάς




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit