|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοντούλικος? — — στενογραφία — σιγαστήρας — βρογχοσκοπία — πουτίγγα — χταπόδι — δορά — κεραμιδύς — ελαφρομυαλιά — γεβεντίζομαι — ευκρινής — ξακόσιοι — φανοποιός — ανοξαιμία — χημειοτροπισμός — ροδακινέα — δρυοφλοιός — πάχτο — εκφαίνω — φοοχτιά — οπισθενέργεια — ολόημερος |
|||