Новогреческий словарь
αντεισαγωγή
αντεισαγωγή
η
ввоз (__чего-л.__) взамен вывезенного
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ввоз взамен вывезенного
? —
αντεισαγωγή
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντεισαγωγή
? — ввоз взамен вывезенного
#
(ново)греческий словарь
—
χαμίνι
—
τουρτούρισμα
—
πυκνοφυτευμένος
—
φθογγογραφία
—
αμέθοδος
—
κυπραίϊκος
—
ζουλάπι
—
συνειδητός
—
σαμάρι
—
ζημιαρόγατα
—
συμβαίνει
—
προβοσκιδοφόρος
—
ξυπώ
—
απριόνιστος
—
τεμπέλαρος
—
επισημότητα
—
διακύβευση
—
αδιάβροχο
—
μεγαλοαπατεώνας
—
εξοργίζω
—
αναισχύντως
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве