|
το фабрика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фабрика? — τεχνουργείο как с (ново)греческого переводится слово τεχνουργείο? — фабрика — κροταλίζω — προσπαθώ — φουμισμένος — δράστις — ανήκω — οδομετρία — επακριβώς — κατακόρυφος — Μαροκινός — παραχαραγμένος — ανάβλυση — σκουριασμένος — μικρόσωμος — αλαμπάδιαστος — ευδόκηση — οδόστρωση — έναιμος — μελισσολόϊ — ανθοπώλισσα — πράγμα — νύν |
|||