|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Σόλοι? — — νεωστί — τυλώδης — επιμέλεια — γλυστρίδα — ξανάρχομαι — τριαρχία — θηριομαχία — ενορχος — καταπόδι — υμενοειδής — φτυσιά — ηκροάσθην — αποβίβασμός — ποντίκι — αβάσταγος — νεροχύτης — φατριάζω — καρκινολογικός — μυριάποδα — τυπάζω — εκλεκτή |
|||