|
το старинное ружьё #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово старинное ружьё? — μηλιόνι как с (ново)греческого переводится слово μηλιόνι? — старинное ружьё — αρραχίς — βαλσαμίτις — σκουλήκι — αποβιώνω — αναχεντρώνομαι — εκπληκτικός — φροκαλίζω — βούρλο — θεσμοδοτώ — δρυοκολάπτης — ελαφρόπους — επισταθμεύω — βασαλτικός — ουσιαστικοποίηση — πιάστρα — αδελφογαμία — διήθημα — μαγκουροφόρος — γέρμα — στρέφω — ωοπαραγωγός |
|||