|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λευκοπελαργός? — — εύσχημος — δισκοπότηρο — κλαίομαι — μελάνωμα — μίανσις — αργεύω — διασπαστικός — πελάτισσα — προσκυνήτρα — χύνομαι — φαλμπαλάς — σπατουλαριστός — διορυκτής — τυχαιότητα — κατάκριτος — επιπλουργός — αφιλοδώρητος — εξηκοντούτης — ωτοασπίδα — αστεριασμένος — όμοια |
|||