|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λιάρδα? — — πετρελαιόπισσα — υποκαίω — μετανεωτερικά — στυφάτο — φραγγέλιο — γιανελί — ασυμβασία — αιμοχαρής — μανιτόμπα — πετρελαιομηχανή — σχολίατρος — πελαγίζω — κρόκη — αμμοθύελλα — αφίημι — πεντανόστιμος — καθέδρα — πόνος — άταιρος — ανακατατάσσω — σαπιοκωλάκιας |
|||