|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λεωφορειάκι? — — μαγμόσφαιρα — φαρμακοτεχνική — ανασκουμπώνομαι — αναδίπλωση — εφικτός — ανοιγοσφαλνώ — λείπομαι — αδημιούργητος — σκυλεύω — πυγαίος — κατασπάζω — καπιταλίστρια — φιλία — φύκι — ευωδία — ταμιευτήρας — αναδρομικός — τεφροδόχη — μπαλλότο — καθούμενος — αόριστος |
|||