|
το ни (название тринадцатой буквы греческого алфавита); === μέ τό ~ καί μέ τό σίγμα — подробно, обстоятельно, детально #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ни? — νύ как с (ново)греческого переводится слово νύ? — ни — λέβ — υποθυρεοειδισμός — ζωοδόχος — εγχειρητικός — καλοκαιριάτικος — κέδρο — βρόγχιο — ασκαντάλιστος — αχρωστικός — φιλοδωρώ — ναυλολόγιο — επίτοκος — ανθυψίφωνος — πράσινο — εκρηκτικότητα — κουτριά — ερωτισμός — βουτυροκομείο — λιοτρίβης — αξελάφρωτος — κακοφορμίζω |
|||